Interklark News

Η ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΚΥΚΛΩΜΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΠΕΡΟΝΟΦΟΡΩΝ

Τα περονοφόρα δραστηριοποιούνται τόσο στον τομέα της αποθήκευσης εισαγωγών σε μια αποθήκη όσο και στο κομμάτι της  εκτέλεσης παραγγελιών. Και στις δύο περιπτώσεις το ζητούμενο από τα περονοφόρα είναι η απρόσκοπτη λειτουργία τους ώστε και η τροφοδοσία της αποθήκης να γίνει γρήγορα και να ξεκινήσουν οι πωλήσεις από το άρτι αποθηκευθέν στοκ αλλά και η ροή των παραγγελιών να συνεχίζει με την ίδια ταχύτητα. Ειδικά η εκτέλεση παραγγελιών  είναι και πιο εύκολα μετρήσιμη γιατί καθυστέρηση παραγγελίας σημαίνει και περιορισμό των τιμολογημένου τζίρου.

Σε περίπτωση διακοπής της λειτουργίας του περονοφόρου και με δεδομένο ότι ελάχιστες επιχειρήσεις στην Ελλάδα χρησιμοποιούν back-up μηχανήματα η μόνη λύση είναι προφανώς η επισκευή που πρέπει να είναι όσο το δυνατόν γρηγορότερη. Η ανάλυση της κατάστασης επισκευής χρονικά συνεπάγεται τα εξής στάδια: διάγνωση και επισήμανση των απαιτούμενων εργασιών και ανταλλακτικών, προσφορά υλικών και υπηρεσιών και εκτέλεση επισκευής. Η καθεμιά από τις ενέργειες αυτές μπορεί να γίνει από έναν ή περισσότερους εμπλεκομένους. Για παράδειγμα, η διάγνωση απαιτεί οπωσδήποτε μηχανικό με τεχνικές γνώσεις του οχήματος, η προσφορά όμως μπορεί να ζητηθεί είτε από τον ίδιο τον μηχανικό σε προμηθευτές ανταλλακτικών (την εργασία του θα την προσφέρει ο ίδιος) είτε από την εταιρεία που υποστηρίζει ο μηχανικός και συγκεκριμένα από το τμήμα προμηθειών της (αν έχει). Τέλος, η επισκευή γίνεται από τον μηχανικό μόλις παραληφθούν τα ανταλλακτικά.  Ο μηχανικός μπορεί να είναι ένας εξωτερικός συνεργάτης αλλά μπορεί να είναι και ένας υπάλληλος της εταιρείας οπότε τα πράγματα απλοποιούνται περισσότερο. Πράγματι, αν ο μηχανικός που υποστηρίζει είναι εξωτερικός συνεργάτης θα πρέπει να κληθεί για να γνωματεύσει κάτι που μπορεί να πάρει ώρα – πολλή ή λίγη αναλόγως της βλάβης. Στην συνέχεια ο μηχανικός είτε θα αναφέρει στην εταιρεία-πελάτη  την βλάβη και το ανταλλακτικό που χρειάζεται για να κάνει η ίδια η εταιρεία την έρευνα αγοράς είτε θα ζητήσει τιμή από προμηθευτές ο ίδιος. Εφ’ όσον η προσφορά γίνει αποδεκτή από την εταιρεία παραγγέλλεται το ανταλλακτικό και όταν αυτό φτάσει ξεκινάει και η διαδικασία επισκευής. Υπάρχει και η περίπτωση να υπάρχουν καταστήματα ανταλλακτικών σε κοντινή απόσταση οπότε ο μηχανικός μπορεί να πάει ο ίδιος επί τόπου και να επιλέξει το ανταλλακτικό που χρειάζεται. Εκτός και αν πρόκειται για σοβαρό πρόβλημα που απαιτεί την μεταφορά του οχήματος σε συνεργείο η επιδιόρθωση γίνεται στις εγκαταστάσεις του πελάτη. Ο χρόνος λοιπόν που απαιτείται για την επιδιόρθωση του οχήματος αναλύεται έτσι: χρόνος ανταπόκρισης τεχνικού + χρόνος ελέγχου/εντοπισμού βλάβης + χρόνος απόκτησης ανταλλακτικού + χρόνος επισκευής. Από τα παραπάνω διαστήματα τα πιο χρονοβόρα μπορεί να είναι εκείνο της ανταπόκρισης του μηχανικού και της απόκτησης του ανταλλακτικού. Δυστυχώς ο μηχανικός δεν είναι πάντα διαθέσιμος την ώρα που τον χρειαζόμαστε, τα δε ανταλλακτικά δεν είναι πάντα διαθέσιμα σε κάποιο στοκ. Οι περισσότερες εταιρείες ενδιαφέρονται πολύ για την πρώτη φάση της διαδικασίας επίλυσης του προβλήματος δηλαδή θέλουν να μάθουν γρήγορα και με ασφάλεια το είδος της βλάβης και το κόστος επιδιόρθωσης. Ψυχολογικά νοιώθουν ότι ελέγχουν έτσι την κατάσταση. Ακόμα όμως και αυτή η πρώτη φάση διαφοροποιείται χρονικά και από άποψη κόστους ανάλογα με το που βρίσκεται η εταιρεία-πελάτης: αν βρίσκεται μακριά από κάποιο αστικό κέντρο επιβαρύνεται τόσο ο χρόνος απόκρισης τεχνικού όσο και το κόστος επιδιόρθωσης ειδικά αν ο τεχνικός έρχεται από μακριά. Αλλά και μέσα σε αστικά κέντρα, ειδικά τα μεγάλα, ο χρόνος ανταπόκρισης μπορεί να είναι και μεγαλύτερος λόγω της φορτωμένης κίνησης στους δρόμους και των αποστάσεων και κατ’ επέκταση και το κόστος.  Το αποτέλεσμα είναι η υποστήριξη των οχημάτων να κοστίζει ιδιαίτερα και αν κάποια εταιρεία δεν έχει την σχετική οικονομική ευχέρεια τότε βιώνει ελλιπή υποστήριξη που οδηγεί σε προβληματική λειτουργία των περονοφόρων με αποτέλεσμα μείωση της παραγωγικότητας και άρα της κερδοφορίας. Η αντανακλαστική αντίδραση σε τέτοιες καταστάσεις ωθεί τις ίδιες τις επιχειρήσεις να προσπαθούν να γίνουν ανεξάρτητες τεχνικά, κάτι που είναι αδύνατον σε πρώτο βαθμό, και τοπικά συνεργεία για άλλα επαγγελματικά οχήματα (αγροτικά, φορτηγά ή σκαπτικά) αλλά και συνεργεία ΙΧ αυτοκινήτων να αναλαμβάνουν την υποστήριξη και περονοφόρων οχημάτων. Γενικά όμως φαίνεται ότι δημιουργείται μία γκρίζα ζώνη μεταξύ εξειδικευμένου συνεργείου τεχνικής υποστήριξης και πελατολογίου: το συνεργείο έχει εκ των πραγμάτων υψηλό κόστος που οφείλεται κυρίως στην απόσταση και ο πελάτης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο κόστος αυτό ενώ ταυτόχρονα δεν μπορεί να δικαιολογήσει καινούργια πρόσληψη για την θέση του τεχνικού περονοφόρων (πέραν του ότι μπορεί και να μην βρίσκεται και κατάλληλος/εξειδικευμένος  υποψήφιος). Τα τελευταία χρόνια πάντως, οι γκρίζες αυτές ζώνες καλύφθηκαν από νεότευκτες επιχειρήσεις τεχνικών που αντιλήφθηκαν το κενό και δραστηριοποιήθηκαν στις περιοχές εκείνες που είχαν το πρόβλημα. Πιθανά η τάση αυτή να συνεχιστεί.

Μετά από όλα αυτά το ερώτημα είναι: με ποιόν τρόπο μπορεί να βελτιωθεί το θέμα της υποστήριξης των περονοφόρων;  Από όλα τα προηγούμενα που αναφέρθηκαν, ξεχωρίζουν τα εξής θετικά σημεία: 1. Η προσπάθεια ανεξαρτητοποίησης των επιχειρήσεων με περονοφόρα σε ότι αφορά το τεχνικό κομμάτι. Πραγματικά η ενασχόληση υπαλλήλου της εταιρείας με την τεχνική υποστήριξη των περονοφόρων είναι κάτι που θα βοηθήσει πραγματικά. Δεν είναι απαραίτητο να γίνει με μία κίνηση κατ’ ευθείαν αλλά σταδιακά. Σε πρώτη φάση δηλαδή μπορεί κάποιο άτομο να επιφορτιστεί  με την συντήρηση αλλάζοντας φίλτρα, λάδια, σε μία δεύτερη φάση να μπορεί να αλλάζει τροχούς και ελαστικά (ή να βρει την διαδικασία εφ’ όσον κάποια ελαστικά απαιτούν πρέσα για την προσαρμογή τους στην ζάντα). Στην συνέχεια θα πρέπει ή να προσληφθεί κάποιο άτομο ή το υπάρχον και εφ’ όσον έχει το τεχνικό υπόβαθρο για να ασχοληθεί με πιο «δύσκολες» επιδιορθώσεις. Γενικά η μεταφορά της ικανότητας διάγνωσης και υποστήριξης εντός της εταιρείας μπορεί να προσφέρει μεγάλο όφελος μέσο-μακροπρόθεσμα.  2. Η δραστηριοποίηση νέων εξειδικευμένων επαγγελματιών στην περιοχή. Οι νέοι αυτοί επαγγελματίες δεν εμφανίζονται με παρθενογένεση, πιθανότατα προηγουμένως εργαζόταν σε άλλα τεχνικά σχήματα ως υπάλληλοι αλλά αντιλήφθηκαν έγκαιρα τις ευκαιρίες που είχαν μπροστά τους και πήραν την απόφαση να ξεκινήσουν την δικιά τους επιχείρηση. Η επιτυχία τους είναι δεδομένη γιατί οι ανάγκες που καλούνται να καλύψουν είναι πραγματικά μεγάλες ειδικά αν η συγκεκριμένη περιοχή είναι αγροτική με πολλές επιχειρήσεις παραγωγής, διαλογής, συσκευασίας και εμπορίας αγροτικών προϊόντων να δραστηριοποιούνται εκεί.

Ένα δεύτερο ερώτημα θα μπορούσε να είναι πως ενεργοποιούνται οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς των περονοφόρων σε αυτές τις περιπτώσεις; Αν μιλάμε για κατασκευαστές προφανώς διαθέτουν συνεργεία που μπορούν θεωρητικά να καλύψουν κάθε περιοχή με έναν σχετικά καλό χρόνο ανταπόκρισης. Ένα συμβόλαιο συντήρησης γενικά μπορεί να προσφέρει την υποστήριξη που χρειάζεται μια εταιρεία για την απρόσκοπτη, όσο το δυνατόν, λειτουργία της αλλά σε μεσαίες επιχειρήσεις τέτοια συμβόλαια μπορεί να είναι ακριβά σε σχέση τουλάχιστον με το κόστος ενός τοπικού τεχνικού. Αλλά όταν μία εταιρεία δεν έχει άλλη επιλογή θα πάει αναγκαστικά σε μία τέτοια λύση. Εδώ υπεισέρχεται και το θέμα της ομοιομορφίας του στόλου των περονοφόρων: η πλειοψηφία των εταιρειών δεν διαθέτει ομοιογενή στόλο αλλά τις περισσότερες φορές ο στόλος είναι μία ποικιλία από μάρκες και  μοντέλα διαφόρων ηλικιών. Κατά κανόνα αυτή η ποικιλία είναι μία βασική  αιτία για υψηλό κόστος συντήρησης  αφού τόσο η διάγνωση των προβλημάτων όσο και η αναζήτηση και εντοπισμός των ανταλλακτικών είναι τουλάχιστον χρονοβόρες διαδικασίες. Σε μία τέτοια περίπτωση υπερτερούν ελαφρά τα ανεξάρτητα συνεργεία και τεχνικοί που έχουν την εμπειρία επιδιόρθωσης διάφορων μοντέλων διαφορετικών χρόνων κατασκευής την στιγμή που τα συνεργεία των κατασκευαστών εξειδικεύονται στα δικά τους οχήματα. Τα τελευταία χρόνια όμως οι τελευταίοι έχουν διευρύνει τις επεμβάσεις τους και σε οχήματα άλλων κατασκευαστών προκειμένου να διευρύνουν το πελατολόγιό τους.

Εν κατακλείδι, προφανώς ο πελάτης είναι εκείνος που θα αποφασίσει τον τρόπο υποστήριξης των οχημάτων του λαμβάνοντας υπ’ όψη του κριτήρια στρατηγικά (ποιοι είναι οι στόχοι του, ποιες διαδικασίες ακολουθεί, αν προτίθεται να επεκταθεί κλπ), οικονομικά (μέχρι ποιο ποσό είναι διατεθειμένος να επενδύσει για την συντήρηση, αν θέλει να επενδύει ένα προκαθορισμένο σταθερό ποσό ανά χρόνο κλπ ) καθώς και ποιοτικά (έλεγχος με διαδικασίες, ελαχιστοποίηση χαμένου χρόνου, ασφάλεια στον εργασιακό χώρο κλπ). Σε κάθε περίπτωση πάντως θα ήταν ενδιαφέρον να εξετάσει την πιθανότητα εμπλοκής (και μέχρι ποιου σημείου) εργαζομένου/-ων του στις διαδικασίες υποστήριξης.